Οικογενειακό Δίκαιο

Διαζύγιο όλα όσα χρειάζεται να γνωρίζεις

Κανείς δεν αποφασίζει να παντρευτεί με δεδομένο πως κάποια στιγμή θα χωρίσει. Η εμπειρία όμως -και τα υψηλά στατιστικά- έχουν αποδείξει πως ένα ενδεχόμενο διαζύγιο είναι πάντα μέσα στη ζωή. Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια και λόγω της οικονομικής κρίσης ο αριθμός των διαζυγίων έχει πραγματικά εκτοξευθεί καθώς έχει ξεπεράσει το 34% επί των γάμων και αναμένεται σύντομα να φτάσει το 50%.

Οι τύποι διαζυγίου είναι κατ’ αρχήν δύο, το συναινετικό διαζύγιο και το διαζύγιο με αντιδικία.

Το συναινετικό διαζύγιο είναι ο απλούστερος, οικονομικότερος και ταχύτερος τρόπος λύσης ενός γάμου, με το πλεονέκτημα ότι ταυτόχρονα ρυθμίζονται με μια ΄΄συμφωνία πακέτο΄΄ όλα τα θέματα (όταν υπάρχουν παιδιά η επιμέλεια, η διατροφή, η περιουσία, η οικογενειακή στέγη). Σύμφωνα με το Άρθρο 4 – Νόμος 4800/2021 – Συναινετικό διαζύγιο – Αντικατάσταση του άρθρου 1441 Α.Κ. με ισχύ από 21/05/2021 : 1. Οι σύζυγοι μπορούν, με έγγραφη συμφωνία ή κοινή ψηφιακή δήλωση, να λύσουν τον γάμο τους. Η έγγραφη συμφωνία καταρτίζεται μεταξύ των συζύγων ή η κοινή ψηφιακή δήλωση υποβάλλεται από αυτούς με την παρουσία ή με ψηφιακή σύμπραξη πληρεξούσιου δικηγόρου αντίστοιχα για καθέναν από αυτούς. Όταν η συμφωνία είναι έγγραφη, υπογράφεται από τους ίδιους και από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους ή μόνο από τους τελευταίους, εφόσον είναι εφοδιασμένοι με ειδικό πληρεξούσιο. Η πληρεξουσιότητα πρέπει να έχει δοθεί μέσα στον τελευταίο μήνα πριν από την υπογραφή της συμφωνίας. 2. Αν υπάρχουν ανήλικα τέκνα, για να λυθεί ο γάμος, πρέπει με την έγγραφη συμφωνία ή την κοινή ψηφιακή δήλωση της παρ. 1 ή με άλλη συμφωνία μεταξύ των συζύγων, που καταρτίζεται, όπως ορίζεται στην παρ. 1, να ρυθμίζεται η κατανομή της γονικής μέριμνας και ιδίως η επιμέλεια των τέκνων, ο τόπος διαμονής τους, ο γονέας με τον οποίο διαμένουν, η επικοινωνία τους με τον άλλο γονέα και η διατροφή τους. Η ανωτέρω έγγραφη συμφωνία ή η κοινή ψηφιακή δήλωση ισχύει για τουλάχιστον δύο (2) έτη και παρατείνεται αυτοδικαίως, εκτός αν κάποιος από τους δύο γονείς δηλώσει εγγράφως στον άλλο γονέα, πριν τη λήξη του συμφωνημένου χρόνου, ότι δεν επιθυμεί την παράτασή της. 3. α. Η έγγραφη συμφωνία για τη λύση του γάμου, καθώς και κάθε χωριστή συμφωνία για την κατανομή της γονικής μέριμνας, την επιμέλεια, τον τόπο διαμονής, την επικοινωνία και τη διατροφή των ανηλίκων τέκνων, υποβάλλονται από τους πληρεξουσίους δικηγόρους του κάθε συζύγου μαζί με τα ειδικά πληρεξούσια σε συμβολαιογράφο. β. Η κατάρτιση της συμβολαιογραφικής πράξης της παρ. 4 απέχει τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες από την έγγραφη συμφωνία των συζύγων ή την κοινή ψηφιακή δήλωση. Η ημερομηνία της έγγραφης συμφωνίας των συζύγων αποδεικνύεται με βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής αυτών. Βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής των συζύγων δεν απαιτείται στην περίπτωση υποβολής κοινής ψηφιακής δήλωσης. 4. Ο συμβολαιογράφος συντάσσει πράξη με την οποία βεβαιώνει τη λύση του γάμου, επικυρώνει τις συμφωνίες των συζύγων και τις ενσωματώνει σε αυτή. Τη συμβολαιογραφική πράξη υπογράφουν ή εγκρίνουν με ηλεκτρονικά μέσα οι σύζυγοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους ή μόνο οι τελευταίοι, εφόσον είναι εφοδιασμένοι με ειδικό πληρεξούσιο. Η πληρεξουσιότητα δίδεται τον τελευταίο μήνα πριν από την υπογραφή της πράξης. Όταν η βεβαίωση αφορά στην επιμέλεια, επικοινωνία και διατροφή των ανηλίκων τέκνων, η πράξη αποτελεί εκτελεστό τίτλο, εφόσον έχουν συμπεριληφθεί στη συμφωνία οι ρυθμίσεις των άρθρων 950 και 951 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Μετά τη λήξη ισχύος της επικυρωμένης συμφωνίας, μπορεί να ρυθμίζονται η επιμέλεια, η επικοινωνία και η διατροφή των τέκνων για περαιτέρω χρονικό διάστημα με νέα συμφωνία και με την ίδια διαδικασία.5. Η λύση του γάμου επέρχεται με την κατάθεση αντιγράφου της συμβολαιογραφικής πράξης στο ληξιαρχείο όπου έχει κατατεθεί η σύσταση του γάμου, ή με ενημέρωση του ληξιαρχείου με χρήση Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών.».

Το διαζύγιο με αντιδικία εκδίδεται στην περίπτωση που οι σύζυγοι δεν μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία, και ο γάμος του λύνεται α) είτε λόγω διαστάσεως υπέρ τη διετία (διαζύγιο λόγω διετούς διάστασης), β) είτε λόγω ισχυρών κλονιστικών γεγονότων του γάμου (διαζύγιο λόγω ισχυρού κλονισμού του γάμου).

Στην περίπτωση του διαζύγιού λόγω διετούς διάστασης, ο κλονισμός τεκμαίρεται αμάχητα και το διαζύγιο εκδίδεται εφόσον αποδειχθεί ότι οι σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση συνεχώς για δύο τουλάχιστον χρόνια, ανεξαρτήτως από το ποιος είναι υπαίτιος για τον χωρισμό. Η συμπλήρωση του χρόνου διάστασης υπολογίζεται κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής και δεν εμποδίζεται από μικρές διακοπές που πραγματοποιήθηκαν ως προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων μεταξύ των συζύγων.

Στην περίπτωση του διαζύγιού λόγω ισχυρού κλονισμού του γάμου το διαζύγιο εκδίδεται όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονισθεί τόσο ισχυρά, από λόγο που αφορά το πρόσωπο του εναγόμενου ή και των δύο συζύγων, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της εγγάμου συμβίωσης να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα. Κλονισμός του γάμου επέρχεται, όταν εκλείπει η ψυχική διάθεση του ενός ή και των δύο συζύγων για τη συνέχιση της εγγάμου συμβιώσεως. Προς διευκόλυνση μάλιστα της απόδειξης του ισχυρού κλονισμού του γάμου, ο νόμος καθιερώνει μία σειρά από περιπτώσεις, οι οποία συνιστούν ex lege μαχητά τεκμήρια ισχυρού κλονισμού, και περιλαμβάνουν περιοριστικά τις κάτωθι περιπτώσεις: τη διγαμία, τη μοιχεία, την εγκατάλειψη συζυγικής στέγης, την επιβουλή της ζωής και την άσκηση ενδοοικογενειακής βίας.

Και στις δύο ανωτέρω περιπτώσεις το διαζύγιο απαγγέλλεται με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις των άρθρων 1439 – 1441 ΑΚ. και εφόσον δεν υπάρχουν παιδιά ή κοινή περιουσία, λήγει και η αντιδικία.

Σε περίπτωση που οι σύζυγοι απέκτησαν περιουσία κατά την διάρκεια του γάμου τους και δεν συμφωνούν για τον τρόπο διανομής της, πολύ συχνά εμπλέκονται και σε δεύτερη αντιδικία μεταξύ τους για την αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα, ειδικότερα :

Σύμφωνα τη διάταξη του άρθρου 1400 ΑΚ: “Αν ο γάμος λυθεί ή ακυρωθεί και η περιουσία του ενός συζύγου έχει, αφότου τελέσθηκε ο γάμος, αυξηθεί, ο άλλος σύζυγος, εφόσον συνέβαλε με οποιονδήποτε τρόπο στην αύξηση αυτή, δικαιούται να απαιτήσει την απόδοση του μέρους της αύξησης το οποίο προέρχεται από τη δική του συμβολή. Τεκμαίρεται ότι η συμβολή αυτή ανέρχεται στο 1/3 της αύξησης, εκτός αν αποδειχθεί μεγαλύτερη ή μικρότερη ή καμία συμβολή“. Από τη διάταξη του άρθρου 1400 ΑΚ, λαμβανόμενη σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 216 του ΚΠολΔ, συνάγεται ότι στοιχεία για το ορισμένο της αγωγής από τα αποκτήματα είναι:

1) η λύση ή ακύρωση του γάμου ή, κατ’ ανάλογη εφαρμογή, η συμπλήρωση τριετούς διαστάσεως των συζύγων,

2) η αύξηση της περιουσίας του ενός των συζύγων κατά τη διάρκεια του γάμου

3) η συμβολή του άλλου συζύγου στην αύξηση αυτή με οποιονδήποτε τρόπο (ΑΠ 1912/2009).

Σε περίπτωση που υπάρχουν ανήλικα τέκνα ανακύπτουν τα ζητήματα ρύθμισης της άσκησης της γονικής μέριμνας, της επιμέλειας, της διατροφής τους και πολύ συχνά της ρύθμισης της οικογενειακής στέγης, αναλυτικά :

Η γονική μέριμνα για το ανήλικο τέκνο σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων, οι οποίοι την ασκούν από κοινού. Η γονική μέριμνα περιλαμβάνει την επιμέλεια του προσώπου, τη διοίκηση της περιουσίας και την εκπροσώπηση του τέκνου σε κάθε υπόθεση ή δικαιοπραξία ή δίκη, που αφορούν στο πρόσωπο ή στην περιουσία του (όπως η ονοματοδοσία, η επιλογή θρησκεύματος, η διενέργεια σοβαρής χειρουργικής επέμβασης, η επιλογή αναδόχου κλπ.). Σε περίπτωση διάστασης ή διαζυγίου των γονέων, η γονική μέριμνα εξακολουθεί να ασκείται και από τους δύο από κοινού, την επιμέλεια όμως ασκεί αποκλειστικά και μόνο ο ένας. Το τελευταίο διάστημα προωθείται η θεσμοθέτηση της συνεπιμέλειας των τέκνων μετά από διαζύγιο όπως ισχύει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Η επιμέλεια του τέκνου είναι η σημαντικότερη από τις τρεις λειτουργίες της γονικής μέριμνας καθώς περιλαμβάνει την ανατροφή  ένδυση, υπόδηση, τροφή, στέγη, υγεία κλπ.), την επίβλεψη, την μόρφωση και την εκπαίδευση, καθώς και τον προσδιορισμό του τόπου διαμονής του του ανηλίκου τέκνου ή τέκνων (συνήθως μετά το διαζύγιο). Η επιμέλεια των παιδιών αποτελεί ίσως το κρισιμότερο σημείο της διαδικασίας έκδοσης διαζυγίου και για τους γονείς αλλά και για τα παιδιά τους καθώς σχετίζεται με την ψυχική και σωματική ανάπτυξη τους, αλλά και την ηθική και κοινωνική διαπαιδαγώγηση τους.

Σε περίπτωση διακοπής της εγγάμου συμβιώσεως ή διαζυγίου, αρμόδιο να ρυθμίσει το θέμα της ανάθεσης της επιμέλειας τέκνων είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο, το οποίο για τη λήψη σχετικής απόφασης πρέπει να σέβεται την ισότητα μεταξύ των γονέων χωρίς να προβαίνει σε διακρίσεις εξαιτίας του φύλου, της κοινωνικής προέλευσης ή της περιουσίας. Πρωταρχικό κριτήριο είναι το συμφέρον του τέκνου. Οι ικανότητες των γονέων, το περιβάλλον, το επάγγελμα, η πνευματική τους ανάπτυξη και η δράση τους στο κοινωνικό σύνολο, η σταθερότητα των συνθηκών ανάπτυξης του τέκνου χωρίς εναλλαγές στις συνθήκες διαβίωσης περιλαμβάνονται στα κριτήρια προσδιορισμού του συμφέροντος του τέκνου. Ουσιώδους σημασίας είναι η ύπαρξη τυχόν ιδιαίτερου δεσμού του τέκνου προς έναν από τους γονείς του, η οποία λαμβάνεται σοβαρά υπόψη από το Δικαστήριο.

Η διατροφή των ανηλίκων τέκνων αποτελεί μία από τις βασικότερες αιτίες που προκαλεί έριδες και αντιπαραθέσεις μεταξύ των συζύγων σε περίπτωση διαζυγίου. Με τον όρο «διατροφή» νοείται το χρηματικό εκείνο ποσό πού απαιτείται για την κάλυψη των βιοτικών και άλλων αναγκών του ανηλίκου τέκνου, δηλαδή για τροφή, στέγαση, θέρμανση, ένδυση, υπόδηση, ψυχαγωγία και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη αυτού, καθώς και για την ανατροφή και την εκπαίδευση του (φροντιστήριο, ξένες γλώσσες, αθλητικές δραστηριότητες, σχολικά έξοδα κ.α). Σύμφωνα με τον νόμο (άρθρα 1486 παρ. 2, 1487 εδάφιο β, 1488, 1489 παρ. 2 και 1490, ΑΚ) αμφότεροι οι σύζυγοι έχουν υποχρέωση προς διατροφή των κοινών ανήλικων τέκνων τους, ανάλογα με τις δυνάμεις του ο καθένας, εφόσον αυτά δεν μπορούν να διατρέφουν τον εαυτό τους από εισοδήματα ή εργασία. Το μέτρο της διατροφής του κάθε τέκνου προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του, όπως αυτές διαμορφώνονται από τις συνθήκες της ζωής του (ανάλογη διατροφή), λαμβανομένου υπόψη το ποσοτικό maximum ποσό διατροφής που μπορούν να δώσουν οι γονείς καθώς και το ποιοτικό minimum αναγκών του ανηλίκου τέκνου, με βάση το κοινό αίσθημα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Η υποχρέωση διατροφής είναι επιβεβλημένη εκ του νόμου συνεπώς δεν νοείται παραίτηση από αυτήν ακόμη και εάν συμφωνηθεί με ιδιωτικό συμφωνητικό με τη συναίνεση των δύο γονέων, καθώς ένας τέτοιος όρος είναι άκυρος.

Σε περίπτωση μη καταβολής της διατροφής ανηλίκου τέκνου από τον υπόχρεο γονέα, είτε αυτή έχει προσδιοριστεί και επικυρωθεί συνιστώντας εκτελεστό τίτλο, στα πλαίσια συναινετικού διαζυγίου, είτε έχει προσδιοριστεί με δικαστική απόφαση από το δικαστήριο στα πλαίσια αντιδικίας, υπάρχουν σοβαρές συνέπειες που είναι οι ακόλουθες :

Σύμφωνα με το αστικό δίκαιο ο έχων την επιμέλεια του τέκνου γονέας, μπορεί, να κινήσει κατά του υπόχρεου προς διατροφή γονέα που δεν καταβάλλει την διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, δηλαδή να προβεί σε κατάσχεση της ακίνητης και κινητής περιουσίας του και στη συνέχεια να προβεί σε πλειστηριασμό με σκοπό να ικανοποιηθεί η χρηματική απαίτηση της διατροφής. Πιο σύντομος και οικονομικός τρόπος είναι η κατάσχεση εις χείρας τρίτου, δηλαδή αν ο γονέας που οφείλει διατροφή εργάζεται μπορεί να γίνει κατάσχεση στα χέρια του εργοδότη από τον μισθό του, επίσης αν έχει τραπεζικό λογαριασμό μπορεί να γίνει κατάσχεση του ποσού από τον τραπεζικό λογαριασμό του. Στην περίπτωση που ο γονέας που οφείλει διατροφή δεν έχει εισόδημα ούτε κινητή ή ακίνητη περιουσία, ώστε να γίνει κατάσχεση, δεν παύει να οφείλεται διατροφή. Το δικαστήριο δηλαδή, ακόμα και εάν ο υπόχρεος δηλώσει άνεργος και χωρίς περιουσία, θα επιδικάσει διατροφή έτσι και αλλιώς, αν και μειωμένη, διότι θεωρείται ότι ο υπόχρεος οφείλει να φροντίσει να εξασφαλίσει κάποιο εισόδημα, προκειμένου να διαθρέψει τα παιδιά του.

Σύμφωνα με το ποινικό δίκαιο η παραβίαση της υποχρέωσης για διατροφή από τον υπόχρεο γονέα συνιστά αδίκημα του αρθρ. 358 του Π.Κ., με ποινή φυλάκισης μέχρι ενός έτους και αποτελεί διαρκές έγκλημα. Το διαρκές έγκλημα έχει την ιδιαιτερότητα ότι δεν ισχύουν τα χρονικά όρια του τυπικού αυτοφώρου γεγονός που σημαίνει ότι, εφόσον έχει υποβληθεί έγκληση-μήνυση σε οποιοδήποτε αστυνομικό τμήμα ή και στην Εισαγγελία, είναι δυνατόν ο υπόχρεος να συλληφθεί και να δικαστεί με την αυτόφωρη διαδικασία ακόμη και αρκετές ημέρες μετά την υποβολή της. Σε περίπτωση που ο δράστης (υπόχρεος) κατ’ επανάληψη και σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα παραβιάζει την υποχρέωση διατροφής, μπορεί να τιμωρηθεί πολλάκις. Ο νομοθέτης θέλησε με την ανωτέρω ποινική διάταξη να προστατεύσει την αδύναμη οικονομικά σύζυγο από τον σύζυγο που αν και έχει την οικονομική δυνατότητα παρά ταύτα κακόβουλα κινούμενος από λόγους αντεκδίκησης και κακεντρέχειας δεν ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του για καταβολή διατροφής.

Του Παναγιώτη Γεωργιάδη

Δικηγόρου Παρ΄ Αρείω Πάγω

Αφήστε μια απάντηση